«Η συγγραφή βιβλίων είναι για εμένα ένας τρόπος να αναπνέω. Είναι η ήσυχη φωνή που μου θυμίζει ποια είμαι, ένα μέσο αυτογνωσίας αλλά και επικοινωνίας», αναφέρει στο Culture Press η συγγραφέας-δημοσιογράφος Μανταλένα – Μαρία Διαμαντή*. «Μέσα από τις λέξεις καταφέρνω να ‘’συναντώ’’ τον εαυτό μου και τους άλλους, να απελευθερώνω συναισθήματα, να θεραπεύω πληγές και να δημιουργώ μικρούς κόσμους που ίσως αγγίξουν τις ψυχές όσων με διαβάζουν. Είναι μια πράξη αλήθειας, καρδιάς και ελπίδας», θα μας πει στη συνέχεια.
Η συγγραφέας μέσα από το βιβλίο της «7 λέξεις που σημάδεψαν την καρδιά μου» (εκδόσεις Λιβάνης), -όπως εξηγεί και η ίδια- έδωσε φωνή σε όλα εκείνα τα έντονα συναισθήματα που τη συντρόφευαν σε διάφορες φάσεις της ζωής της, έχοντας ως Νο1 στη λίστα της τη μητρότητα. Όσον αφορά τη θέση της γυναίκας στη σημερινή εποχή, η κα. Διαμαντή υποστηρίζει ότι αν και είναι πιο δυναμική από ποτέ, παρουσιάζει αντιφάσεις, καθώς καλείται «να αποδεικνύει την αξία της σε τομείς όπου έπρεπε ήδη να θεωρείται αυτονόητη».
«Έμαθα πως η μεγαλύτερη δύναμη δεν βρίσκεται στις λέξεις που φωνάζουν, αλλά σε εκείνες που ψιθυρίζουν ακριβώς αυτό που χρειάζεται να ειπωθεί», αφηγείται μεταξύ άλλων, όσον αφορά το μεγαλύτερο μάθημα που διδάχτηκε στον χώρο της δημοσιογραφίας.
Από τα παιδικά της χρόνια, τις σπουδές, τους ανθρώπους που επηρέασαν τη σκέψη της έως τις «7 λέξεις που σημάδεψαν την καρδιά» της, η Μανταλένα – Μαρία Διαμαντή μιλά στο Culture Press σε πρώτο πρόσωπο για την πορεία της, τις βαθύτερες σκέψεις της για τον κόσμο, αλλά και το μεγαλύτερο όνειρό της, με την ίδια ευγένεια, ειλικρίνεια και τρυφερότητα που διακατέχει τη γραφή της.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης σε πρώτο πρόσωπο
Γεννήθηκα στην Αθήνα, μια πόλη γεμάτη αντιθέσεις —φως και σκιά, θόρυβο και σιωπή, αρχαία μνήμη και σύγχρονη αναζήτηση. Αυτή η συνύπαρξη με διαμόρφωσε βαθιά. Με έμαθε να παρατηρώ, να αφουγκράζομαι, να βρίσκω νόημα στο φαινομενικά ασήμαντο. Η Αθήνα δεν μου χάρισε απλώς εικόνες, μου χάρισε ερωτήματα: για την ιστορία, για τον άνθρωπο, για την εποχή μας. Επηρέασε τη γραφή μου, γιατί μου δίδαξε ότι πίσω από την καθημερινότητα κρύβεται η ποίηση, αρκεί να μάθεις να τη βλέπεις. Με όπλισε με την ανάγκη να καταγράφω, να ερμηνεύω, να φωτίζω όσα πολλές φορές προσπερνάμε.
Τα παιδικά και τα εφηβικά μου χρόνια ήταν γεμάτα αγάπη και τρυφερότητα. Μεγάλωσα μέσα σε ένα περιβάλλον που με προστάτευε, με αποδέχονταν όπως ακριβώς ήμουν, με μάθαινε να εμπιστεύομαι τον κόσμο. Η μητέρα μου ήταν ο βράχος μου· παρούσα σε κάθε μου βήμα, στήριγμα ακούραστο, φάρος όταν τα νερά σκοτείνιαζαν. Εκείνη με κράτησε όρθια όταν όλα έμοιαζαν να καταρρέουν, με στήριξε χωρίς να μου επιβάλει, με αγάπησε χωρίς όρους.
Η πιο γλυκιά μου ανάμνηση είναι από τα βράδια που με έπαιρνε αγκαλιά και μου διάβαζε παραμύθια, ακόμη κι όταν ήμουν πια αρκετά μεγάλη για να τα διαβάζω μόνη μου. Δεν ήταν μόνο οι ιστορίες· ήταν η ζεστασιά της φωνής της, η αίσθηση ότι όσο εκείνη είναι δίπλα μου, τίποτα κακό δεν μπορεί να συμβεί. Εκείνες οι στιγμές είχαν μέσα τους όλη τη μαγεία και την ασφάλεια του κόσμου.
Η πιο πικρή μου ανάμνηση, όμως, ήρθε νωρίς. Ήμουν μόλις δέκα ετών όταν ο πατέρας μου έφυγε από τη ζωή. Ήταν ένα σοκ που δεν μπορούσα να κατανοήσω πλήρως τότε, αλλά η απουσία του έγινε ένα κενό που με συνόδευσε σε όλη μου τη ζωή. Ο κόσμος μου άλλαξε για πάντα. Τίποτα δεν ήταν πια το ίδιο. Και μέσα σε αυτόν τον ξαφνικό πόνο, η μητέρα μου στάθηκε σαν ήσυχος ήρωας. Δεν άφησε το σκοτάδι να μας καταπιεί. Έγινε και μάνα και πατέρας. Με αγκάλιασε δύο φορές πιο δυνατά, με κοίταζε δύο φορές πιο τρυφερά, και χωρίς να το λέει, μου έμαθε πώς να στέκομαι ξανά στα πόδια μου.
Επέλεξα να σπουδάσω οικονομικά όταν άρχισα να συνειδητοποιώ πόσο βαθιά επηρεάζει η οικονομία την καθημερινότητά μας, τις κοινωνικές ισορροπίες και τις προσωπικές μας επιλογές. Με μάγευε η ιδέα ότι πίσω από αριθμούς και θεωρίες κρύβονται ανθρώπινες ιστορίες, κρίσεις, ευκαιρίες και μεταμορφώσεις. Ήθελα να κατανοήσω τους μηχανισμούς που κινούν τον κόσμο, να αποκωδικοποιήσω την πολυπλοκότητα των αγορών, αλλά και να έχω μια βάση που θα μου επέτρεπε να σταθώ με σιγουριά σε οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο. Ήταν μια επιλογή λογικής, αλλά και εσωτερικής αναζήτησης, που τελικά με οδήγησε πιο κοντά στην κατανόηση του ίδιου του ανθρώπου και των κινήτρων του.
Η δημοσιογραφία μπήκε στη ζωή μου ως φυσική συνέχεια της αγάπης μου για τη γραφή και της ανάγκης μου να επικοινωνώ ουσιαστικά. Να δίνω φωνή σε ανθρώπους και ιστορίες που αξίζουν να ακουστούν, να φωτίζω ιδέες και στιγμές με νόημα. Μέσα από τη δημοσιογραφία έμαθα να παρατηρώ τον κόσμο πιο προσεκτικά, να ακούω πίσω από τις λέξεις, να ρωτώ με επιμονή και σεβασμό, να αποτυπώνω την ανθρώπινη εμπειρία με ακρίβεια και ψυχή.
Το μεγαλύτερο μάθημα στη δημοσιογραφία ήταν πως, για να πεις την αλήθεια των άλλων, πρέπει πρώτα να μάθεις να σιωπάς και να ακούς. Να αφήνεις χώρο. Να μη γράφεις για να εντυπωσιάσεις, αλλά για να φωτίσεις. Να ρωτάς με σεβασμό, να γράφεις με ειλικρίνεια και να υπηρετείς το νόημα – όχι τον εντυπωσιασμό. Έμαθα πως η μεγαλύτερη δύναμη δεν βρίσκεται στις λέξεις που φωνάζουν, αλλά σε εκείνες που ψιθυρίζουν ακριβώς αυτό που χρειάζεται να ειπωθεί.
Οι άνθρωποι που επηρέασαν τον τρόπο σκέψης μου ήταν εκείνοι που δεν φοβήθηκαν να πουν την αλήθεια, να σταθούν απέναντι στη σιωπή και να εκφράσουν με τόλμη το μέσα τους. Ήταν εκείνοι που έγραφαν ή μιλούσαν με ευθύτητα, που έψαχναν το «γιατί» πίσω από τα γεγονότα και όχι μόνο το «τι». Με επηρέασαν όσοι συνδύαζαν την ευαισθησία με τη διαύγεια, την παρατήρηση με την ενσυναίσθηση. Μέσα από τα λόγια και τη στάση τους, έμαθα να ακούω περισσότερο απ’ όσο μιλώ, να εμβαθύνω, να αμφισβητώ και να παλεύω πάντα για ένα κείμενο που να έχει ουσία, ψυχή και ειλικρίνεια.
Έγραψα το πρώτο μου βιβλίο «7 λέξεις που σημάδεψαν την καρδιά μου», όταν ένιωσα την ανάγκη να δώσω φωνή σε όλα εκείνα τα έντονα συναισθήματα που με συντρόφευαν σε διάφορες φάσεις της ζωής μου. Ήταν μια περίοδος ενδοσκόπησης και προσωπικής αναζήτησης, σε ένα σταυροδρόμι όπου ο λόγος έγινε καταφύγιο και ταυτόχρονα πυξίδα. Ήθελα να μοιραστώ με τον αναγνώστη το βάθος και τη δύναμη επτά λέξεων που καθόρισαν και τις δικές μου διαδρομές.
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου γράφω για να αποτυπώνω τις σκέψεις και τα συναισθήματά μου. Μου αρέσει να ετοιμάζω μεγάλα αφιερώματα για σπουδαίες προσωπικότητες, να μελετώ σπουδαία λόγια μεγάλων προσωπικοτήτων - παλιότερων και νεότερων -. Κάποια στιγμή θέλησα να συγκεντρώσω κάποιες ρήσεις που να τις ενώνει ένας συνδετικός κρίκος. Εμπνευσμένη από αυτές, κι έχοντας πολλά ενθαρρυντικά σχόλια αναγνωστών μου, γεννήθηκε η ιδέα ενός βιβλίου με επτά λέξεις που έχουν σημαδέψει τη δική μου καρδιά, αλλά νομίζω ότι μας αγγίζουν όλους: έρωτας, αγάπη, προδοσία, θλίψη, μητρότητα, ελπίδα, ευτυχία. Οι «7 λέξεις που σημάδεψαν την καρδιά μου».
Το ταξίδι της συγγραφής είναι ιδιαίτερα γοητευτικό και ήμουν βέβαιη ότι δεν θα σταματούσε στο πρώτο βιβλίο... Ένα χρόνο αργότερα- μέσα Δεκέμβρη του 2020- κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο μου: «Ο άγγελος και το Κουτί της Πανδώρας». Πρόκειται για ένα λογοτεχνικό βιβλίο με μια ενδιαφέρουσα, πρωτότυπη ιστορία όπου γίνεται μια «κατάδυση» στα μεγάλα γεγονότα ή «καταστάσεις» των τελευταίων 110 χρόνων που μας οδήγησαν στο σημερινό «παρόν».
Από αυτές τις 7 λέξεις (Έρωτας, Αγάπη, Μητρότητα, Προδοσία (& Αχαριστία), θλίψη, Ελπίδα και Ευτυχία) στο νο1 της λίστας μου είναι η μητρότητα. «Οι εφτά λέξεις» που επέλεξα είναι αλληλένδετες, ενώ αν μια από αυτές δεν έχει «σημαδέψει» με τον δικό της τρόπο τη ζωή μας, ίσως δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τις άλλες. Ωστόσο, θεωρώ ότι η μητρότητα μου άνοιξε μια πόρτα σε μοναδικά συναισθήματα που δεν ήξερα ότι υπήρχαν.
Έγραψα το παιδικό βιβλίο «Ο άγγελος και το Κουτί της Πανδώρας» γιατί ήθελα να μιλήσω στα παιδιά -και όχι μόνο- για όλα όσα κουβαλά η ανθρωπότητα μέσα της: το καλό, το κακό, την ελπίδα, την απώλεια, την αγάπη. Μέσα από μια αλληγορική, πρωτότυπη ιστορία, επιδίωξα να δημιουργήσω έναν διάλογο ανάμεσα στο χθες και το σήμερα, στο φως και το σκοτάδι, μέσα από την αθωότητα και τη σοφία ενός παιδικού βλέμματος.
Η συγγραφή βιβλίων είναι για εμένα ένας τρόπος να αναπνέω. Είναι η ήσυχη φωνή που μου θυμίζει ποια είμαι, ένα μέσο αυτογνωσίας αλλά και επικοινωνίας. Μέσα από τις λέξεις καταφέρνω να «συναντώ» τον εαυτό μου και τους άλλους, να απελευθερώνω συναισθήματα, να θεραπεύω πληγές και να δημιουργώ μικρούς κόσμους που ίσως αγγίξουν τις ψυχές όσων με διαβάζουν. Είναι μια πράξη αλήθειας, καρδιάς και ελπίδας.
Τα βιβλία που αγαπώ περισσότερο είναι εκείνα που με συγκλονίζουν συναισθηματικά, που με κάνουν να σταματώ, να σκέφτομαι και να βλέπω τον κόσμο λίγο διαφορετικά. Είναι τα βιβλία που με ταξιδεύουν, που ξεκλειδώνουν μνήμες ή γεννούν καινούριες σκέψεις· που με κάνουν να γελώ, να δακρύζω ή να νιώθω πως κάποιος εκεί έξω έχει νιώσει όπως εγώ. Λατρεύω τα έργα με φιλοσοφικό βάθος, με υπαρξιακά ερωτήματα, με ήρωες που παλεύουν με το φως και το σκοτάδι μέσα τους. Είτε πρόκειται για κλασική λογοτεχνία είτε για σύγχρονα μυθιστορήματα, πάντα αναζητώ εκείνα τα βιβλία που μένουν στην καρδιά μου σαν αποτύπωμα.
Τα βιβλία που αγαπώ περισσότερο είναι εκείνα που μου μιλούν κατευθείαν στην ψυχή. Όπως «Ο μικρός πρίγκιπας» του Antoine de Saint-Exupéry, που με συγκινεί κάθε φορά με τη λιτή του σοφία· το «Έγκλημα και Τιμωρία» του Dostoyevsky που με έβαλε να κοιτάξω στα μάτια τη συνείδηση· «Ο Γέρος και η Θάλασσα» του Hemingway για τη σιωπηλή δύναμη του ανθρώπου· και φυσικά «Η ανεπιθύμητη αλήθεια» του Orwell που με κάνει να αναλογίζομαι την εποχή μας.
Η μητρότητα για εμένα σημαίνει απόλυτη αγάπη χωρίς όρους και όρια. Είναι η βαθύτερη σύνδεση που μπορεί να υπάρξει ανάμεσα σε δύο ανθρώπους· ένα βλέμμα, μια ανάσα, μια αγκαλιά που σου θυμίζει τι έχει πραγματικά σημασία. Είναι δάκρυα συγκίνησης, νύχτες άγρυπνες, ανησυχίες ατέρμονες αλλά και στιγμές καθαρής ευτυχίας. Είναι σαν να ξαναγεννιέσαι, αυτή τη φορά για να αγαπήσεις βαθύτερα απ’ όσο πίστευες ότι μπορείς. Είναι η απόφαση να ζεις για κάποιον άλλον περισσότερο απ’ ό,τι για τον εαυτό σου. Μέσα από τα μάτια των παιδιών μου βλέπω τον κόσμο ξανά – πιο αγνό, πιο αληθινό, πιο φωτεινό.
Η θέση της γυναίκας σήμερα είναι πιο δυναμική από ποτέ, αλλά ταυτόχρονα γεμάτη αντιφάσεις. Έχει κερδίσει το δικαίωμα να ονειρεύεται, να διεκδικεί, να ηγείται, να δημιουργεί. Όμως ακόμη καλείται να αποδεικνύει την αξία της σε τομείς όπου έπρεπε ήδη να θεωρείται αυτονόητη. Είναι μητέρα, επαγγελματίας, σύντροφος, δημιουργός, αγωνίστρια. Πορεύεται ανάμεσα σε ρόλους και προσδοκίες, με δύναμη και τρυφερότητα. Η σύγχρονη γυναίκα δεν ζητά προνόμια· ζητά δικαιοσύνη, ίσες ευκαιρίες και σεβασμό. Είναι η φωνή που δεν σωπαίνει πια, αλλά γράφει ιστορία με τη στάση της, τις επιλογές της, τη ματιά της στον κόσμο. Και όσο οι γυναίκες ενώνουν τις δυνάμεις τους, τόσο η κοινωνία μας πλησιάζει λίγο περισσότερο στην αληθινή ισότητα.
Το μεγαλύτερό μου όνειρο είναι να είναι υγιείς και ασφαλείς τα παιδιά μου, η μαμά μου κι εγώ. Αν αυτό υπάρχει, όλα τα άλλα μπορούν να χτιστούν από την αρχή, να ξαναγεννηθούν, να επανεφευρεθούν. Δεν είναι ένα όνειρο θεαματικό, αλλά είναι το πιο βαθύ, το πιο αληθινό. Και ναι, όσο το ζω, όσο το νιώθω, έστω και με δυσκολίες, θεωρώ ότι έχει εκπληρωθεί – κι αυτό είναι ήδη ένα μικρό θαύμα.
Ο κόσμος θέλω να με θυμάται ως έναν καλό άνθρωπο και καλή μαμά — κάποιον που στάθηκε με σεβασμό και ειλικρίνεια, που αγάπησε και φρόντισε τα παιδιά της με όλη της την καρδιά, και που προσπαθούσε να αφήσει πίσω της λίγη περισσότερη καλοσύνη. Αυτό για μένα έχει την πιο μεγάλη αξία.
*Μανταλένα-Μαρία Διαμαντή (βιογραφικό)
Η Μανταλένα- Μαρία Διαμάντη γεννήθηκε στην Αθήνα ένα χιονισμένο πρωινό του Ιανουαρίου. Από μικρή ηλικία ένιωθε την ανάγκη να εκφράζει τις σκέψεις και τα συναισθήματά της μέσα από τον γραπτό λόγο.
Σπούδασε Οικονομικά στο American College of Greece – Deree College, ενώ στη συνέχεια παρακολούθησε Δημοσιογραφία και Μουσική Παραγωγή στο Εργαστήρι Επαγγελματικής Δημοσιογραφίας. Ολοκλήρωσε τις σπουδές της με μεταπτυχιακό τίτλο MBA από το Athens Laboratory of Business Administration (ALBA). Παράλληλα, έχει διευρύνει το γνωστικό της πεδίο με εξειδικευμένα σεμινάρια στο βρετανικό Open University, πάνω σε τομείς όπως η Ιστορία της Τέχνης, η Παιδική και Οικογενειακή Ψυχολογία, η Ψυχική Υγεία, η Δυσλεξία και η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ).
Μιλάει Αγγλικά, Ιταλικά και Γαλλικά. Έχει εργαστεί σε αεροπορική εταιρεία και σε ναυτιλιακή εταιρεία, όπου ασχολήθηκε με το οικονομικό τμήμα ( disbursements & operation). Ωστόσο, η βαθύτερη επιθυμία της να αφηγείται ιστορίες και να αναδεικνύει ανθρώπους και ιδέες την οδήγησε στη δημοσιογραφία.
Από το 2016 έως και το 2024 εργάστηκε στο διαδικτυακό περιοδικό klik, του εκδότη Άρη Τερζόπουλου. Εκεί υπέγραφε συνεντεύξεις με εξέχουσες προσωπικότητες του πολιτισμού, της μουσικής και της πολιτικής (όπως οι Μαρία Φαραντούρη, Μάριος Φραγκούλης, Μανώλης Μητσιάς, Σεμίνα Διγενή, Δημήτρης Παπαδημητρίου, Φωτεινή Δάρρα, Σταμάτης Κραουνάκης, Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου κ.ά.), αφιερώματα σε κορυφαίους δημιουργούς και λογοτέχνες (Μάνος Χατζιδάκις, Φίοντορ Ντοστογιέφσκι, Έρνεστ Χέμινγουεϊ, Σιμόν ντε Μποβουάρ, Μίλαν Κούντερα, κ.ά.), καθώς και προσωπικά άρθρα με ψυχολογικό και κοινωνικό περιεχόμενο. Παράλληλα, ετοίμαζε θέματα ιστορίας της τέχνης.
Έχει συνεργαστεί με την εφημερίδα Αξία, όπου ετοίμαζε αφιερώματα για διάσημους πίνακες ζωγραφικής, συνδυάζοντας την αισθητική ματιά με την ιστορική γνώση. Από τον Σεπτέμβριο του 2024 εργάζεται ως δημοσιογράφος στο επιχειρηματικό site mononews.gr, όπου καλύπτει διεθνή πολιτική, οικονομία και κοινωνία, συνεντεύξεις, καθώς και παρουσιάσεις θεμάτων μέσω βίντεο στα social media, όπως το Instagram και το TikTok. Στο πλαίσιο της δουλειάς της, έχει πραγματοποιήσει συνεντεύξεις με πολιτικά πρόσωπα, όπως οι Ευρωβουλευτές Ελίζα Βόζεμπεργκ και Νίκος Παπανδρέου.
Έχει τιμηθεί με λογοτεχνικό βραβείο από τη Società Dante Alighieri και άρθρα της έχουν δημοσιευτεί σε ποικίλες ηλεκτρονικές πλατφόρμες. Λάτρις της κλασικής μουσικής και του πιάνου, αναζητά πάντοτε την αρμονία και την ομορφιά μέσα στην καθημερινότητα.
Πάνω απ’ όλα, θεωρεί πως οι σημαντικότεροι «δάσκαλοι» για τη συναισθηματική της ανάπτυξη είναι ο γιος και η κόρη της.